Κυριακή 13 Μαρτίου 2011



Αισθανόμαστε βαθειά λύπη και βαρύ πένθος για την απώλεια του Μανώλη Ρασούλη, που βρέθηκε νεκρός σήμερα το πρωί στο σπίτι του στη Θεσσαλονίκη. Είχε επιστρέψει πριν από λίγες εβδομάδες από την Αυστραλία και ήταν εντάξει στην υγεία του. Τίποτα δεν προμήνυε το μεγάλο κακό.

Η κηδεία του θα γίνει την Τρίτη στις τεσσερις και μιση το απόγευμα στο Πρώτο Νεκροταφείο.

Ακολουθεί το κείμενο μιας δικής μου ομιλίας για το Ρασούλη που είχε γίνει στον "Ιανό" πριν από πεντε εξη χρόνια, κατά την παρουσίαση του βιβλίου του "Εδώ είναι του Ρασούλη", το οποίο περιέχει όλα τα ως τότε τραγούδια του.

---------------------------------------------

Ο Μανώλης Ρασούλης έχει γράψει 9 νομίζω βιβλία – λογοτεχνικά, δοκίμια ή μελέτες. Αυτό που γιορτάζουμε σήμερα νομίζω είναι το 10ο . Δεν είμαι σε θέση να μιλήσω για τα βιβλία.

Έχει όμως εκδώσει ή έχει συμμετάσχει (ως στιχουργός, ή τραγουδιστής) στην έκδοση πάνω από 25 δίσκων βινυλίου ή CD.

Τα περισσότερα από τα τραγούδια των δίσκων αυτών έγιναν πολύ γνωστά, τα αγαπήσαμε όλοι μας. Πολλά θα τα ακούσουμε σε λίγο άλλωστε. Έτσι, δεν θα είχε νομίζω νόημα να μιλήσω ας πούμε για το Τρελή κι αδέσποτη, που έφερε επανάσταση στο λαϊκό τραγούδι , ούτε για το Όλα σε θυμίζουν (με το οποίο ακόμη κλαίνε όσοι χωρίζουν), ή για τους Μάγκες που πάτησε το τραίνο, και το πασίγνωστο «Πότε Βούδας, πότε Κούδας» που το παίζουν κάθε βράδυ και όλα τα _ συγνώμη Μανώλη μου – και όλα επαναλαμβάνω τα σκυλάδικα, καθώς πυροδοτεί την έναρξη του τσιφτετελιού, απανταχού της Ελλάδος.

( Παρενθετικά αναφέρω ότι θα είχε νομίζω ιδιαίτερη σημασία να γίνει μια μελέτη για τα λιγότερο γνωστά τραγούδια του Μανώλη, που είναι εξίσου ωραία,… αλλά αυτό δεν είναι του παρόντος… Και ούτως ή άλλως η ανάλυση των στίχων δεν είναι στις δυνατότητες τις δικές μου.)

Εγώ θα περιορισθώ σε κάποιες γενικότερες σκέψεις για τον ίδιο το Ρασούλη σε συνδυασμό με την δημόσια προσφορά του, που κυρίως εκφράζεται στο χώρο του ελληνικού τραγουδιού.

Χωρίς περιστροφές θα πω εξαρχής την προσωπική μου γνώμη. Ο Ρασούλης, μαζί με τον Άκη Πάνου και το Διονύση Σαββόπουλο θεωρώ ότι αποτελούν την τριάδα των μεγάλων στιχουργών που σφράγισαν – ο καθένας με το δικό του τρόπο – την πορεία του ελληνικού τραγουδιού τις τελευταίες δεκαετίας. Υπήρξαν και οι τρεις δυνατά ταλέντα και ήταν ανατροπείς και επαναστάτες….

Θέλω να πω μια μικρή ιστορία. Όταν κυκλοφόρησε το 1978 ο πρώτος δίσκος των Ρασούλη Ξυδάκη με τίτλο «Η εκδίκηση της γυφτιάς» , που σηματοδότησε μια νέα πορεία για το ελληνικό λαϊκό τραγούδι,….μια αμηχανία κατέλαβε δημοσιογράφους και ειδικούς, ενώ κάποιοι έκαναν και αρνητικά σχόλια. Τους πρώτους έξη μήνες ο δίσκος δεν πήγαινε καθόλου καλά, δεν πουλιόταν. Και ο Αλέκος Πατσιφάς, ο ιδιοκτήτης της εταιρίας ΛΥΡΑ ήταν έξαλλος και δεν ήθελε να τους εκδώσει τα επόμενα τραγούδια, που στο μεταξύ είχαν ήδη ετοιμάσει ο Ρασούλης κι ο Ξυδάκης. Μετά το εξάμηνο όμως η Εκδίκηση της γυφτιάς είχε φανεί ότι αγαπήθηκε από τους φιλόμουσους και ιδίως από την τότε νεολαία, η οποία σάρωσε και τις επιφυλάξεις και τις αμηχανίες των ειδικών. Και φυσικά σάρωσε και τις αντιρρήσεις του Πατσιφά, ο οποίος εν τέλει εξέδωσε τον επόμενο δίσκο, που ήταν Τα δήθεν.

Θέλω να πώ με την ιστορία αυτή, πως όταν ένα καλλιτεχνικό προϊόν έχει ανατρεπτικό χαρακτήρα, μπορεί στην αρχή να ξαφνιάσει, αλλά άμα έχει ταυτόχρονα και ουσία και περιεχόμενο και η επαναστατικότητά του δεν είναι ένας επιφανειακός ριζοσπαστισμός θα βρεί το ακροατήριό του ανάμεσα στους απροκατάληπτους πολίτες.

Ο Ρασούλης λοιπόν είναι ένας ανατροπέας. Με τους στίχους του έθεσε σε αμφισβήτηση τον επικό χαρακτήρα και την ανούσια φιλολογικότητα που πλημμύριζε τα λεγόμενα έντεχνα τραγούδια που κυριαρχούσαν στις δεκαετίες του 60 και του 70. Από την άλλη μεριά έδωσε μια αυθεντική διέξοδο στο λαϊκό τραγούδι, που ήδη είχε αρχίσει να παραπαίει μεταξύ της γραφικότητας και της προσπάθειας κάποιων στιχουργών να μπολιάσουν ανεπιτυχώς τα τραγούδια τους με λόγια στοιχεία.

Ο Ρασούλης δεν είχε ακολουθήσει καμιά πεπατημένη. Αντίθετα, είχε εισάγει καινούργια θέματα, είχε κιόλας δημιουργήσει το νέο δικό του ανορθόδοξο στυλ, ενώ παράλληλα τα τραγούδια του ήταν πλημμυρισμένα από χιούμορ και ταυτόχρονα από πολλή τρυφερότητα.

Είχε καταφέρει να γράψει δυνατούς, πρωτότυπους, αποφθεγματικούς, απλούς και κατανοητούς απ’ όλον τον κόσμο στίχους, χρησιμοποιώντας ωστόσο και πολλά λόγϊα στοιχεία, ενταγμένα όμως ουσιαστικά μέσα στα τραγούδια του, σαν αναπόσπαστα στοιχεία της δομής τους, που όχι μόνο δεν ενοχλούσαν αλλά φώτιζαν πολύ περισσότερο το περιεχόμενό τους. Και επαναλαμβάνω: όλα αυτά γράφοντας λαϊκά τραγούδια, που ήθελε να απευθύνονται σε όλον τον κόσμο

Όταν τον γνώρισα, το 1975 (τρία χρόνια πριν από την «Εκδίκηση της γυφτιάς»), άκουγε με θαυμασμό το «Υπάρχω» του Καζαντζίδη. Με εξέπληξε όταν μου είπε πόσο του άρεσαν – εκτός από τη μουσική και την ερμηνεία – οι στίχοι του Πυθαγόρα. Γίναμε πολύ σύντομα φίλοι και διαπίστωσα ότι ήξερε και αγαπούσε πολύ τον Καζαντζίδη και τα λαϊκά τραγούδια. Είχε κατανοήσει πόση αμεσότητα, σοβαρότητα και δύναμη έκρυβαν οι στίχοι των παλιών λαϊκών τραγουδιών μέσα στην απλότητά τους. Και αυτό το θεωρώ πολύ σημαντικό για την στιχουργική του πορεία: Επειδή του έδωσε όχι μόνο το δικαίωμα αλλά και την δυνατότητα να γίνει δημιουργικός ανατροπέας και επομένως ουσιαστικός συνεχιστής του λαϊκού τραγουδιού. Γιατί πιστεύω ακράδαντα πως τίποτα δεν μπορεί να επιβιώσει αν δεν αλλάξει.

Ειδικότερα για το λαϊκό τραγούδι θα ήθελα να πω και κάτι άλλο: ότι ο Ρασούλης, ανατρέποντας δομικά, αλλά με δημιουργικό τρόπο και αυθεντική διάθεση το λαϊκό τραγούδι της εποχής, κατά τη γνώμη μου έδωσε μια πολύ πειστική απάντηση στο ερώτημα για το αν μπορεί να συνεχιστεί το είδος αυτό, σε εποχές και συνθήκες που έχουν αλλάξει, και το κοινό έχει διαβρωθεί και μικροαστικοποιηθεί.

Με άλλα λόγια, ο Μανώλης Ρασούλης μας πρότεινε ένα πολύ πετυχημένο – ας το πω - μοντέλο για την ανανέωση και τη συνέχιση του λαϊκού τραγουδιού.

Συνοψίζοντας, για να μην σας κουράζω άλλο, θα ήθελα να πω ότι ο φίλος μου ο Μανώλης είναι ένα ανήσυχο πνεύμα, ένας ενεργός πολίτης, ένας μαχητής. Εξακολουθεί να δηλώνει και να είναι αριστερός και δεν έχει ενδώσει στις σειρήνες των νεοφιλελεύθερων που έχουν βρει πολύ έδαφος τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Ο Ρασούλης είναι ένας πραγματικός φιλελεύθερος με την πολιτική και όχι βέβαια την οικονομική σημασία του όρου.

Και είναι ολοφάνερο ότι πάντα αντιμετώπιζε το ελληνικό τραγούδι ως πολιτικό κατά βάση ζήτημα και αγωνίστηκε και εξακολουθεί να αγωνίζεται με πολιτικούς όρους.

Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του, έχουν περάσει αβίαστα, φυσιολογικά και δημιουργικά στα υπέροχα τραγούδια του….. και για τα οποία νομίζω ότι πρέπει να τον ευχαριστήσουμε.

Και μια φράση ακόμα για την οικονομική του κατάσταση. Ο Ρασούλης είναι σήμερα ένας μεροκαματιάρης του τραγουδιού.

Θυμάμαι τα χρόνια της δεκαετίας του 80, πριν εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη, ότι τον κυνηγούσαν όλοι οι μεγαλοτραγουδιστές κι όλες οι εταιρίες να τους δώσει στίχους. Αυτός δεν το έκανε. Επέμενε να συνεργάζεται με τους ανθρώπους που εκείνος πίστευε, εκτιμούσε και αγαπούσε. Αν είχε ενδώσει, θα ήταν σήμερα πολύ-πολύ πλούσιος και επιπλέον θα μπορούσε άνετα να…….. εξαγοράζει τις καταδίκες που του επιβάλλονται γιατί εξακολουθεί να λέει χωρίς φόβο και με γνήσιο πάθος τη γνώμη του για το πολύ μεγάλο χάλι που βλέπει γύρω του στην κοινωνική μας ζωή…

Σας ευχαριστώ πολύ.






Δεν υπάρχουν σχόλια: